Local Voice
Στα τοπικά...

TXΣ ή πώς να χάσετε πολλά δισ. ευρώ…

Του Δρ. Πάνου Δάντη*
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), που κράτησε ζωντανές τις τράπεζες και το σύστημα στην Ελλάδα μετά τα μνημόνια και τη χρεοκοπία της χώρας και το οποίο δαπάνησε αρκετά περισσότερα από 50 δισ. ευρώ (συν την αναβαλλόμενη φορολογία συν τις κρατικές εγγυήσεις επί Γ. Αλογοσκούφη) από τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, αποφάσισε να πουλήσει μέρος των συμμετοχών του σε τιμές-δώρο καταγράφοντας τεράστιες ζημιές, από τη στιγμή που πούλησε τόσο φθηνά τη συμμετοχή του στην Alpha Bank (το 9%) και στην Εθνική Τράπεζα (το 22%).

Πιο συγκεκριμένα, το 9% της Alpha Bank πουλήθηκε έναντι 1,39 ευρώ ανά μετοχή στην ιταλική UniCredit, ενώ το 22% της ΕΤΕ πουλήθηκε σε funds, θεσμικούς του εσωτερικού και του εξωτερικού και ένα μικρό ποσοστό σε ιδιώτες επενδυτές, στην τιμή των 5,44 ευρώ ανά μετοχή.

Στην Alpha Bank, το ύψος της επένδυσης του ΤΧΣ ήταν 3,97 δισ., στην ΕΤΕ 9,38 δισ. και στη Eurobank 10 δισ. ευρώ. Από τις πωλήσεις που έκανε το Ταμείο εισέπραξε 93,6 εκατ. ευρώ από τη Eurobank, 293,5 εκατ. από την Alpha και απο την ΕΤΕ, περίπου, 1,07 δισ. ευρώ γιά το 22% (και άρα το υπόλοιπο 18,3% που κατέχει αξίζει σήμερα, περίπου, 1 δισ. ευρώ). Συνεπώς, κατέγραψε τεράστιες απώλειες.

Το ερώτημα που ανακύπτει είναι γιατί τώρα, με το Χρηματιστήριο Αθηνών σε φάση διόρθωσης, ενώ και οι διεθνείς αγορές δεν βρίσκονται στα καλύτερά τους, καθώς ναι μεν η εταιρική κερδοφορία είναι, σε γενικές γραμμές, πολύ καλή, αλλά τα μακροοικονομικά δεδομένα είναι δύσκολα έως προβληματικά. Η Ευρωζώνη είναι στα πρόθυρα ύφεσης, η οικονομία των ΗΠΑ κατεβάζει ρυθμούς, ο πληθωρισμός -ειδικά στις τιμές των τροφίμων, που αγγίζουν τη μεγάλη πλειονότητα- δεν υποχωρεί, το αντίθετο, ενώ οι τιμές ενέργειας προβληματίζουν πάλι, αφού τα γεωπολιτικά ρίσκα έχουν αυξηθεί.

Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως το 2024 και πολύ πιθανόν και το 2025 θα είναι καλύτερες χρονιές για τις οικονομίες και τις αγορές κεφαλαίου. Και οι πωλήσεις, για όσους γνωρίζουν από αγορές, γίνονται όταν οι συνθήκες ευνοούν τους πωλητές, δηλαδή όταν τα χρηματιστήρια κινούνται έντονα ανοδικά και οι τζίροι είναι πολύ αυξημένοι.

Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές και οικονομολόγους διεθνώς, οι αυξήσεις επιτοκίων, το ύψος και ο τρόπος που έγιναν, έχουν δημιουργήσει πολλά προβληματα στις οικονομίες, έχουν αυξησει το κοστος χρήματος υπερβολικά, ειδικά για τα υπερδανεισμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, έχουν ανεβάσει τα επιτόκια στεγαστικών δανείων σε, σχεδόν, απαγορευτικά επίπεδα και απειλούν άμεσα τις αγορές ομολόγων με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη ρευστότητα της οικονομίας σε Ε.Ε. και ΗΠΑ.

Έτσι, οι φωνές για ολοκλήρωση των αυξήσεων των παρεμβατικών επιτοκίων έχουν αυξηθεί και είναι πολύ πιθανόν, οι αγορές να αρχίσουν να προεξοφλούν μία χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής από το επόμενο έτος και να αντιδράσουν έντονα ανοδικά. Σε μια τέτοια περίπτωση οι τιμές των μετοχών -και φυσικά και των τραπεζών- θα κινηθούν ανοδικά διεθνώς και ένα νέο bull market θα ξεκινήσει. Μετά τα μέσα ενός bull market είναι η πλέον καταλληλη στιγμή για να αρχίσουν οι διαδικασίες πώλησης,  κάτι που γνωρίζουν καλά οι μεγάλοι οίκοι, γι’ αυτό και οι νέες εισαγωγές, τα placement και οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου πολλαπλασιάζονται διεθνώς.

Το ερώτημα είναι, γιατί έγινε τώρα η αποεπένδυση του ΤΧΣ και ποιος έλαβε και γιατί την απόφαση. Αν η απόφαση είναι της κυβέρνησης, γιατι ήταν τόσο απαραίτητο το 1,4 -1,5 δισ. ευρώ που εισέπραξε από την αποεπένδυση του ΤΧΣ, ενώ η εκτέλεση του προυπολογισμού «πάει τόσο καλά» -όπως διαφημίζεται συστηματικά- με σημαντικά υπερπλεονάσματα; Μήπως συμβαίνει κάτι άλλο;

* Πρόεδρος Ελληνικής Ένωσης
Πιστοποιημένων Αναλυτών (ΕΕΠΑΜΑ)

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση email σας δεν θα δημοσιευθεί.